Charles Simic
Eyes Fastened With Pins
How much death works, No one knows what a long Day he puts in. The little Wife always alone Ironing death's laundry. The beautiful daughters Setting death's supper table. The neighbors playing Pinochle in the backyard Or just sitting on the steps Drinking beer. Death, Meanwhile, in a strange Part of town looking for Someone with a bad cough, But the address somehow wrong, Even death can't figure it out Among all the locked doors... And the rain beginning to fall. Long windy night ahead. Death with not even a newspaper To cover his head, not even A dime to call the one pining away, Undressing slowly, sleepily, And stretching naked On death's side of the bed. Μάτια Σφραγισμένα Με Καρφίτσες Πόσο πολύ εργάζεται ο θάνατος, Πόσο μακρά μέρα ξοδεύει Κανείς δεν ξέρει.Η μικρή Σύζυγος πάντοτε μονάχη Να σιδερώνει του θανάτου την μπουγάδα. Οι όμορφες κόρες Να στρώνουν του θανάτου το δείπνο. Οι γείτονες να παίζουν Πινάκλ στην πίσω αυλή Ή απλά να κάθονται στα σκαλοπάτια Πίνοντας μπύρα. Ο θάνατος, Στο μεταξύ, σε μια περίεργη Γωνιά της πόλης ψάχνοντας Για κάποιον με άσχημο βήχα, Μα η διεύθυνσή του με κάποιον τρόπο λανθασμένη, Που ούτε ο θάνατος δεν βγάζει άκρη Ανάμεσα από τις κλειδωμένες πόρτες... Κι η βροχή ν' αρχίζει να πέφτει. Νύχτα μακρά ανεμώδης μπροστά. Ο θάνατος δίχως μιαν εφημερίδα Το κεφάλι του να καλύψει, ούτε Μια δεκάρα να καλέσει αυτόν που μαραζώνει, Που ξεντύνεται αργά, υπνωτισμένα, Και τεντώνεται γυμνός Στο κρεββάτι, απ' του θανάτου τη μεριά.
Τσαρλς Σίμιτς: Αμερικανόφωνος ποιητής, γεννημένος το 1938 στο Βελιγράδι της Γιουγκοσλαβίας. Σε ηλικία 15 ετών μετανάστευσε στις Η.ΠΑ. Έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο του Νιου Χάμσα'ι'ρ, του οποίου είναι πλέον επίτιμος καθηγητής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου