Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

Δε θυμόταν αν είχε πετάξει κομματάκια του εαυτού του
στους δρόμους από τους οποίους είχε περάσει/
Μάλλον η αμνησία τού' χε γίνει πια συνήθεια
όπως τα μάτια που άνοιγε κάθε πρωί/
Συνέχιζε να σαπίζει μαζί με τα συκώτια των ποιητών
μαζί με τα δάκρυα των αστέγων- με τα πλοκάμια των θηρίων
που ανέβλυζαν νύχτα μέρα - μέρα νύχτα - στη σιωπή του/
Δε θυμόταν σε ποιο δρόμο έπρεπε να στρίψει για να φτάσει στη ζωή του
Δε θυμόταν γιατί πάντα πρέπει να ξεχνάει για να' ναι ζωντανός/
Και πού να βρει το κουράγιο να αναδιπλώνεται
σε κάθε δυστύχημα - σε κάθε θάνατο - σε κάθε καταιγίδα/
Ένα φάος δεν χωράει στα χέρια - μια απώλεια μπορεί
όσο βαρειά και να' ναι πάντοτε χωράει κι άλλη - κι άλλη - κι άλλη/
Ό ήλιος πάντα ξεραίνει στη γη τη στερημένη γλώσσα
Όσα πικρά ποτά και να πιεί δεν ξεδιψάει
Τίποτε πια δεν μπορεί να ανακαλύψει τα χαμένα
Αυτά που μπορεί να ξαναβρεθούν σε κάποιο άλλο μονοπάτι
να πληγώσουν άλλα χέρια - να τρυπήσουν ξένα παπούτσια/
Να γευματίσουν άλλη χαμένη σάρκα - ας είναι
Όλα ξεχνιούνται κάποτε - Ακόμα και η αμνησία/
Τελικά όλα τα είχε ξεχάσει - τα τυπικά και τα παράτυπα
Όλα είχαν χαθεί στους δρόμους κάτω απ'τις σκιές του
Τα πάντα είχαν εφορμήσει στην ανυπαρξία/
Τελικά τίποτε δε θυμόταν

Δεν υπάρχουν σχόλια: