Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2008

Παρα...ποιώντας

Α.

Ποιώντας τη θλίψη σ' ένα περιβάλλον αδιέξοδο... Εξαρτώντας τα, συχνά ξεσκιμένα σωθικά μας, στα δόντια, τα νύχια του διπλανού μας και τις λυσσασμένες του προθέσεις ... Ενός διπλανού, που μπορεί να είναι κτήνος ευτροφικό, τοξικό, θεμελιωμένο στην άρνηση του Άλλου, στην άρνηση της Ελευθερίας, στην άρνηση της Ύπαρξης. Αφήνοντας το κορμί μας βορά στα χέρια των αγνώστων, των ξεχασμένων, των αρρώστων, των διψασμένων, των σάπιων, των αχόρταγων, των αδίκων, των αγνωμόνων, των καταδικασμένων... Παρατώντας την ίδια μας την ύπαρξη σε σκουριασμένες γωνιές, για αιώνες ολόκληρους να σαπίζει , μην έχοντας προορισμό. Ποιώντας τη θλίψη ψυχή και την ψυχή θλίψη εκπίπτει η Ουσία. Εκείνο το περίεργο υλικό, που μερικές φορές, αντιλαμβανόμαστε να κουρνιάζει μέσα μας φοβισμένο. Και παραιτούμαστε με μιαν απύθμενη ελαφρότητα... αφηνόμαστε στη βύθιση... εισχωρούμε ολοένα στην αυτοακύρωση... Κι όλα αυτά ποιώντας.

Προσπαθούμε να διευρύνουμε τις αισθήσεις... να μεγαλώσουμε την αντίληψη μας για τον κόσμο, για τους άλλους, για μας... Συγκρουόμαστε κάθε τόσο με τη σύνθλιψη όλων όσων υπάρχουν μέσα μας. Αντιλαμβανόμαστε, τρομάζουμε, φοβόμαστε, αντιδρούμε... Πολλές φορές, πάλι, δεν γίνεται τίποτε απ' όλα αυτά και απλά συνθλιβόμαστε κάτω από τις πατούσες των άλλων ή πεθαίνουμε μολυσμένοι από τα χημικά τους όπλα. Όπλα που εξαπολύουν με κάθε ευκαιρία εναντίον μας. Κι άλλες φορές αυτοκτονούμε, μην αντέχοντας τους ίδιους μας τους εαυτούς... Τριβή, θερμότης, συντριβή. Τέρψη, έκλειψη, ποινή. Θανατική εγκύκλιος από τους κατέχοντες τη εξουσία και την έπαρση, να αξιώνουν απο μας τις κεφαλές μας επί πίνακι. Γιατι, όπως λένε, δεν ανέχονται τις σακατεμένες διάνοιες στη γαλαζοαίματή τους κοινωνία ... γιατι φοβούνται πως εμείς θα' μαστε τα πρώτα γρανάζια που θα επαναστατήσουν και θα ξεφύγουν από την καλοκουρδισμένη τους μηχανή... τη μηχανή που πάντα φτιάχνουν από ανθρώπους. Σέρνουν με αλυσίδες τους ανθρώπους στο διάβα που καθόρισαν αυτοί... ατελεύτητα, αδιάκοπα, αταλάντευτα. Χωρίς δισταγμούς και αναθεωρήσεις, δίχως τύψεις ή ντροπή...

Κι εδώ, ποιώντας γι' άλλη μια νύχτα τη θλίψη, εκποιώντας πνοές, ανάσες και μετάνοιες, διαιρώντας ξανά και ξανά το διαιρεμένο εαυτό μας, συμπάσχουμε... Καμμιά εύνοια δε συνετέθη για μας. Καμμιά έννοια δεν μας εμπεριείχε αγνούς, αδόλους, απαλλαγμένους από ιδιοτελή κίνητρα, αφ'εαυτούς. Είμαστε ζωντανοί σ' έναν κόσμο θάνατο, διαβιούμε μετά βίας μέσα στο βρώμικο οχετό των λαθών μας... μετα βίας και μόλις... Ίσως έτσι πρέπει, ίσως έτσι καθορίζει το μυαλό μας, ίσως πάλι κάποιοι να μας έβαλαν στη σειρά, να περπατάμε πάνω σε βήματα πεπατημένα ή κάποτε, καθώς διαχεόμασταν σε κάποιαν άλλη διάσταση, απλά χαθήκαμε. Το αδιέξοδο συνιστά το κύριο συστατικό της πράξης μας. Η θλίψη μάς κάνει να μεθούμε με μιαν άβγαλτη αφέλεια εφήβου. Η σιωπή διαποτίζει τις πέτσες μας κι ο Φόβος μάς χειραγωγεί. Επιδιώκουμε την Έξοδο από την Τυραννία βυθιζόμενοι σ'αυτήν. Ιδρώνοντας, πάντοτε, δίχως τον Έρωτα μένουμε σκυφτοί μπροστά στη ματιά της νύχτας. Απελπισμένοι και αισιόδοξοι συνιστούμε ένα μείγμα ετερόδοξο, εκρηκτικό, αλλόκοτο, αμάλγαμα θλίψης... Κηρύττουμε τον δρόμο του αίματος και της απώλειας για την κατάκτηση μιας άλλης ζωής, ενός άλλου μέλλοντος, μιας Μακαριότητας αναγκαίας. Μας τρυπά τα κόκκαλα αυτή η αναγκαιότητα του Αισθητού για μιαν άλλη Μακαριότητα. Γι' αυτήν που μας λείπει πραγματικά και δεν είναι φάντασμα - προϊόν της λήθης. Γι' αυτήν που η σπασμένη μας ψυχή λαχταράει...

Δεν υπάρχουν σχόλια: